ΓΕΩΡΓΙΑ ΓΝΩΡΙΣΤΕ ΤΟΝ ΚΑΥΚΑΣΟ

2013-07-28 12:49

Η Γεωργία είναι κράτος που βρίσκεται στον Καύκασο και βρέχεται από τη Μαύρη Θάλασσα. Γεωγραφικά το μεγαλύτερος μέρος της ανήκει στην Ευρώπη (Βόρεια του Καυκάσου) και ένα μικρότερο μέρος στην Ασία (νότια του Καυκάσου), και θεωρείται Ευρωπαϊκό κράτος. Συνορεύει με τη Ρωσία, την Τουρκία, την Αρμενία και το Αζερμπαϊτζάν.

Πρωτεύουσα της Γεωργίας είναι η Τιφλίδα, η οποία στα γεωργιανά λέγεται Τμπιλίσι (Tbilisi), που σημαίνει "ζεστή πηγή". Αυτή την ονομασία την έδωσε ο βασιλιάς Βαχτάνγκ Γκοργκασάλι. Άλλες σημαντικές πόλεις είναι το Σουχούμι, το Μπατούμι το Κουταΐσι και το Γκόρι. Ο συνολικός πληθυσμός της χώρας ανέρχεται σε 5.476.000 κατοίκους. Στο παρελθόν η χώρα αποτελούσε μία από τις δημοκρατίες που συναπάρτιζαν τη Σοβιετική Ένωση.

Στη συντριπτική τους πλειοψηφία, οι Γεωργιανοί (σήμερα 82%) είναι Χριστιανοί Ορθόδοξοι. Η άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους το 1453 μ.Χ. απομόνωσε τη Γεωργία από τον χριστιανικό κόσμο. Το 1510 μ.Χ. οι Τούρκοι εισέβαλαν στη χώρα και λεηλάτησαν την τότε πρωτεύουσα, Κουταΐσι.

Η βιομηχανία της Γεωργίας είναι ανεπτυγμένη. Υπάρχουν κοιτάσματα άνθρακαπετρελαίουμαγγανίου και μη μεταλλικών ορυκτών. Το εκπαιδευτικό επίπεδο του λαού είναι ιδιαίτερα υψηλό. Το πανεπιστήμιο της Τιφλίδας έχει 16.500 σπουδαστές. Χαρακτηριστικό είναι ότι στους 1.000 εργαζόμενους, οι 711 έχουν φοιτήσει σε δευτεροβάθμια σχολεία ή σε ανώτερα ιδρύματα.

 

Τα βασίλεια της Κολχίδας και της Ιβηρίας

Η περιοχή της σύγχρονης Γεωργίας κατοικείται συνεχώς από τη λίθινη εποχή. Κατά την κλασσική περίοδο άκμασαν τα πρώτα τοπικά βασίλεια της Κολχίδας και της Ιβηρίας. Οι πρωτογεωργιανές φυλές εμφανίστηκαν αρχικά στη γραπτή ιστορία κατά τον 12ο αιώνα π.Χ., ενώ αρχαιολογικά ευρήματα και αναφορές αποκαλύπτουν στοιχεία πρώιμων πολιτειακών σχημάτων με ανεπτυγμένη μεταλλουργία και τεχνικές χρυσοχοΐας που χρονολογούνται από τον 7ο αιώνα π.Χ. αλλά και νωρίτερα. Κατά τον 4ο αιώνα π.Χ. καταγράφεται ένα ενωμένο βασίλειο της Γεωργίας, πρώτο δείγμα ανεπτυγμένων διοικητικών δομών με βασιλεία και αριστοκρατική ιεραρχία.

Τα δύο πρώτα βασίλεια στην περιοχή κατά την ύστερη αρχαϊκή περίοδο ήταν γνωστά στους αρχαίους Έλληνες και τους Ρωμαίους ως Ιβηρία στην ανατολική σημερινή Γεωργία, και Κολχίδα στα δυτικά. Και τα δύο ήταν από τα πρώτα κράτη στον ευρύτερο Καύκασο που υιοθέτησαν τον χριστιανισμό (το 337 ή το 319 μ.Χ.). Κατά την ελληνική μυθολογία, στην Κολχίδα βρισκόταν το χρυσόμαλλο δέρας που αναζήτησε ο Ιάσονας και οι Αργοναύτες. Το δέρας πιθανώς να αναφέρεται στην τοπική τεχνική χρήσης δερμάτων για τη συλλογή χρυσού από τα ποτάμια. Τους τελευταίους αιώνες της προχριστιανικής περιόδου, η περιοχή, ως βασίλειο της Ιβηρίας, επηρεάστηκε τόσο από τους Έλληνες από τη δύση όσο και από τους Πέρσες από την ανατολή.

Μετά την ολοκλήρωση της κατάκτησης του Καυκάσου από τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία το 66 π.Χ., η χώρα αποτέλεσε ένα υποτελές στη Ρώμη κράτος για σχεδόν 400 χρόνια. Ο χριστιανισμός καθιερώθηκε ως επίσημη θρησκεία από τον βασιλιά Μίριαν τον Γ΄, προάγoντας την άνθηση της λογοτεχνίας, των τεχνών και την ενοποίηση της χώρας. Η Γεωργία, ως σταυροδρόμι ανάμεσα στον χριστιανισμό και το Ισλάμ, αποτέλεσε ένα δυναμικό χώρο ανταλλαγής πολιτισμών που οδήγησε σε μία πολιτιστική αναγέννηση μεταξύ του 11ου και του 13ου αιώνα μ.Χ. Το 330 μ.Χ. η αποδοχή του χριστιανισμού από το επίσημο κράτος οδήγησε σε ισχυρούς δεσμούς με τη γειτονική Βυζαντινή Αυτοκρατορία, η οποία επίσης επηρέασε την πολιτιστική εξέλιξη της χώρας για περισσότερα από 700 χρόνια.

Η Κολχίδα, γνωστή τοπικά ως Εργίστη ή Λάζικα, συχνά ήταν πεδίο μαχών ή ουδέτερη ζώνη μεταξύ των ανταγωνιστών Βυζαντινών και Περσών, με εναλλαγή του ελέγχου της εξουσίας αρκετές φορές. Τα πρώτα βασίλεια σταδιακά παρήκμασαν σε ένα σύνολο φεουδαρχικών μονάδων στις αρχές του Μεσαίωνα, γεγονός που διευκόλυνε τους Άραβες στην κατάκτηση της Γεωργίας τον 7ο αιώνα. Στις αρχές του 11ου αιώνα οι επαναστατημένες περιοχές ενώθηκαν σε ένα ενιαίο βασίλειο, ενώ τον επόμενο αιώνα η Γεωργία εκτεινόταν σε ένα σημαντικό τμήμα του νότιου Καυκάσου, περιλαμβάνοντας τις βορειοανατολικές περιοχές και τις βόρειες ακτές της σημερινής Τουρκίας.

Αν και οι Άραβες κατέλαβαν την πρωτεύουσα Τιφλίδα το 645, το βασίλειο της Ιβηρίας απέκτησε σημαντική αυτονομία από τους τοπικούς Άραβες ηγεμόνες. Το 813, ο πρίγκιπας Άσοτ ο Α΄, επίσης γνωστός ως Άσοτ Κουραπαλάτ, ήταν ο πρώτος του οίκου Μπαγκρατιόνι που ανέβηκε στην εξουσία, εδραιώνοντας μία δυναστεία περίπου 1000 χρόνων που εξουσίαζε τμήμα της σημερινής χώρας.

Η δυτική και η ανατολική Γεωργία ενώθηκαν από τον Μπαγκράτ τον Ε΄ (1027-1072), ενώ τον επόμενο αιώνα ο Δαβίδ ο Δ΄ ο Χτίστης (1089-1125) σηματοδότησε την γεωργιανή χρυσή εποχή αποθώντας τους Σελτζούκους Τούρκους από τη χώρα και επεκτείνοντας την πολιτιστική της επιρροή νότια στην Αρμενία και ανατολικά προς την Κασπία θάλασσα.

Μεσαίωνας

Το βασίλειο της Γεωργίας έφτασε την ακμή του τον 12ο και 13ο αιώνα, περίοδος γνωστή ως χρυσή εποχή ή αναγέννηση της Γεωργίας, κατά τη βασιλεία του Δαβίδ του Χτίστη και της βασίλισσας Ταμάρα. Η πρώιμη αυτή αναγέννηση, που προηγήθηκε της ευρωπαϊκής, χαρακτηρίστηκε από την άνθηση ρομαντικών και ιπποτικών παραδόσεων, φιλοσοφικές αναζητήσεις, και μία σειρά πολιτικών καινοτομιών στην κοινωνία και την οργάνωση του κράτους, όπως η θρησκευτική και εθνική ανοχή. Κληρονομιά της εποχής αυτής είναι σημαντικοί ναοί, ρομαντική ποίηση και λογοτεχνία, ενώ ο βασιλιάς Δαβίδ θεωρείται ο πιο δημοφιλής και επιτυχημένος Γεωργιανός ηγέτης στην ιστορία.

Η εγγονή του Δαβίδ, Ταμάρα, πέτυχε να εξουδετερώσει κάθε αντίσταση και να εφαρμόσει μία ενεργητική εξωτερική πολιτική, η οποία επίσης ωφελήθηκε από την εξασθένηση του Βυζαντίου και των Σελτζούκων. Με την υποστήριξη μίας ισχυρής στρατιωτικής ελίτ, η Ταμάρα κατάφερε να συνεχίσει τις επιτυχίες των προκατόχων της και να εδραιώσει μία αυτοκρατορία που κυριάρχησε στον Καύκασο μέχρι την κατάρρευσή της από τις επιθέσεις των μογγολικών φυλών, δύο δεκαετίες μετά το θάνατό της.

Σύγχρονη ιστορία

Κατά τη μογγολική εισβολή, η Γεωργία δέχθηκε κύματα προσφύγων από τη γειτονική Σαρματία. Όμως, το κράτος παρέμεινε ανεξάρτητο μέχρι τον 16ο αιώνα, οπότε και κατακλύστηκε από τους Οθωμανούς. Οι αλλεπάλληλες εισβολές Οθωμανών και Περσών, αποδυνάμωσαν καταλυτικά το βασίλειο της Γεωργίας, και παρά την συμφωνία του Γκεοργκιέβσκ το 1801 για αμοιβαία στρατιωτική υποστήριξη της Γεωργίας με την Ρωσική Αυτοκρατορία, ο Τσάρος Παύλος ο 1ος στις 22 Δεκεμβρίου του 1800, προσάρτησε την χώρα στην Ρωσική Αυτοκρατορία , καταργώντας τόσο την χιλιόχρονη δυναστεία των Μπαγκρατιόνι, όσο και την Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Γεωργίας. To 1918, κατά τη ρωσική επανάσταση, απέκτησε ξανά την ανεξαρτησία της, αλλά αποδυναμώθηκε μετά από ένα πόλεμο με τους Αρμένιους, κάτι που οδήγησε σε εμπλοκή της Αγγλίας. Το 1921 κατελήφθη από τους Ρώσους ξανά, οι οποίοι, αφού απέσπασαν την Αζαρία από τους Οθωμανούς, ενέταξαν τη χώρα στην Υπερκαυκασία, μαζί με τις όμορες χώρες της Αρμενίας και του Αζερμαπαϊτζάν. Στο Γκόρι της Γεωργίας γεννήθηκε το 1878 ο μετέπειτα ηγέτης της ΕΣΣΔ Ιωσήφ Στάλιν.

Το 1991 η Γεωργία αποσχίσθηκε από την ΕΣΣΔ. Αμέσως ενεπλάκη σε πολέμους με τις περιοχές της Νότιας Οσετίας, της Αμπχαζίας και της Αζαρίας, οι οποίες, αν και διοικητικά εντός τους γεωργιανού κράτους, δεν επιθυμούσαν να παραμείνουν σε αυτό. Οι πόλεμοι αυτοί πάγωσαν, με τις τρεις περιοχές να ανακηρύσσονται αυτόνομες. Από τις περιοχές αυτές έφυγαν χιλιάδες πρόσφυγες. Το 2003 η χώρα μπαίνει σε φιλοδυτική τροχιά, με την εκλογή του προέδρου Μιχαήλ Σαακασβίλι. Η Μόσχα, όμως, αμφισβήτησε το αποτέλεσμα των εκλογών. Ακολουθεί περίοδος οικονομικής άνθησης. Το επόμενο έτος, με πραξικόπημα οργανωμένο από τον Γεωργιανό πρόεδρο, η Αζαρία επαναπροσαρτάται στη Γεωργία με τη μορφή αυτόνομης περιοχής. Το 2007 ξεσπά κρίση στη Νότια Οσετία, η οποία οδηγεί στην επανάκτηση από τους Γεωργιανούς αρκετών οσετικών χωριών. Το 2008 στη σύνοδο του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι οι Γεωργιανοί ζητούν ένταξη στον οργανισμό μαζί με την Ουκρανία, κάτι που απορρίπτεται από τα κράτη της Παλαιάς Ευρώπης.

Την 8η Αυγούστου του 2008 γεωργιανά στρατεύματα εισέβαλαν στη Νότια Οσετία, με σκοπό την ανατροπή της de facto κυβέρνησης και επανένταξη της περιοχής στη Γεωργία. Με πρόφαση τη δολοφονία στρατιωτών της ρωσικής ειρηνευτικής δύναμης που σταθμεύει στην περιοχή, η Μόσχα κατηγόρησε τη Γεωργία για γενοκτονία και στη συνέχεια εισέβαλε στη Νότια Οσετία και κατόπιν και σε τμήμα των εδαφών της υπόλοιπης Γεωργίας. Οι συγκρούσεις που ακολούθησαν και οι βομβαρδισμοί από πλευράς Ρώσων, οδήγησαν στην καταστροφή του γεωργιανού στρατού και τον εξαναγκασμό της κυβέρνησης σε παράδοση. Ακολούθησε ανασύνταξη των Ρώσων στις θέσεις που κατείχαν πριν το 1999.

Η επέμβαση στη Γεωργία έγινε αφορμή για κλιμάκωση στις σχέσεις μεταξύ Ρωσίας και ΗΠΑ και διχασμό στους κόλπους του ΝΑΤΟ.

Η Γεωργία έχει ενισχυμένη γεωπολιτική θέση, λόγω της διέλευσης από το έδαφος της σημαντικών αγωγών πετρελαίου και φυσικού αερίου, με μεγαλύτερο τον αγωγό "Μπακού-Τιφλίδα-Τσεϊχάν", τον δεύτερο μεγαλύτερο σε μήκος παγκοσμίως.