FYROM

2013-07-27 21:44

Η Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας ή με το συνταγματικό της όνομα «Δημοκρατία της Μακεδονίας» („Република Македонија“, λατ. "Republika Makedonija", προφορά:"Ρεπούμπλικα Μακεντόνιγια") έγινε ανεξάρτητο κράτος το 1991, κατόπιν του διαμελισμού της πρώην Σοσιαλιστικής Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας. Είναι ηπειρωτική χώρα των κεντρικών Βαλκανίωνκαι βρίσκεται στην νοτιοανατολική Ευρώπη. Ευρισκόμενη μεταξύ ΣερβίαςΑλβανίαςΚόσοβουΕλλάδας και Βουλγαρίας, καταλαμβάνει συνολική έκταση 25.333 τετραγωνικών χιλιομέτρων (ξηρά: 24.856 τετραγωνικά χιλιόμετρα, ύδατα: 477 τετραγωνικά χιλιόμετρα), έχει συνολικό πληθυσμό 2.066.718 κατοίκους[1] και το γνωστότερο τουριστικό αξιοθέατο της χώρας είναι η λίμνη Οχρίδα στα δυτικά σύνορα με την Αλβανία.

Η χώρα αναφέρεται συχνά διεθνώς ως «Macedonia», πράγμα που προκαλεί σύγχυση με το ελληνικό γεωγραφικό διαμέρισμα τηςΜακεδονίας ή την ευρύτερη περιοχή της λεγόμενης γεωγραφικής Μακεδονίας. Στην Ελλάδα αναφέρεται ανεπισήμως ως Σκόπια ή κράτος των ΣκοπίωνπΓΔΜ ή με την αγγλική συντομογραφία fYROM (former Yugoslav Republic of Macedonia), η οποία χρησιμοποιείται και από πολλά κράτη και τους περισσότερους διεθνείς οργανισμούς, όπως ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών, η Ευρωπαϊκή Ένωση, το Συμβούλιο της Ευρώπης και το ΝΑΤΟ.[3] Ωστόσο πολλά κράτη την έχουν αναγνωρίσει και με το συνταγματικό της όνομα, όσον αφορά στις κατ' ιδίαν διμερείς τους σχέσεις, ενώ σε διεθνές επίπεδο συνεχίζουν να χρησιμοποιούν τη διεθνή ονομασία fYROM.

Η πΓΔΜ είναι από τον Δεκέμβριο του 2005 υποψήφια προς ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Διπλωματικά ζητήματα της χώρας είναι η διαμάχη με την Ελλάδα σχετικά με τη χρήση του ονόματος Μακεδονία και οι ψυχρές σχέσεις με τη Βουλγαρία. Αν και συμμετείχε στη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι στις 2 Απριλίου του 2008, δεν έλαβε τελικά πρόσκληση για την ένταξή της στη συμμαχία λόγω της διαφωνίας με την Ελλάδα σχετικά με το όνομα.[4]

Εθνικότητες και πληθυσμός[Επεξεργασία]

Σύμφωνα με την τελευταία επίσημη απογραφή (2002)[6], ο συνολικός πληθυσμός της πΓΔΜ ήταν 2.022.547 άτομα των οποίων η εθνικότητα κατανέμεται ως εξής:

 

Σύμφωνα με εκτιμήσεις για το 2009, το προσδόκιμο ζωής στους άνδρες είναι 72,18 χρόνια, στις γυναίκες 77,38 χρόνια και στο σύνολο του πληθυσμού τα 74,68 χρόνια[1].

 

Αρχαία ιστορία της περιοχής[Επεξεργασία]

Χάρτης της περιοχής κατά την αρχαιότητα (π. 5ος αιώνας π.Κ.Χ.)

Κατά την αρχαιότητα, μεγάλο μέρος της σημερινής πΓΔΜ άνηκε στο βασίλειο της Παιονίας, το οποίο κατοικούνταν από τους Παίονες, επίσης σε μέρη της αρχαίας Ιλλυρίας[13][14] και της Δαρδανίας,[15] που κατοικούνταν από διάφορες Ιλλύριες φυλές,[16][17] καθώς επίσης και σε μέρη της Λυγκηστίδας και τηςΠελαγονίας οι οποίες κατοικούνταν από τις Ελληνικές φυλές των Μολοσσών.[18] Τα όρια αυτών των βασιλείων δεν ήταν ποτέ σταθερά, ενώ μερικές φορές ήταν υπό τον έλεγχο του βασιλείου της Αρχαίας Μακεδονίας και άλλες όχι.

Το 336 π.Κ.Χ. ο Φίλιππος Β' κατέλαβε την περιοχή της αρχαίας Άνω Μακεδονίας, συμπεριλαμβανομένου του βόρειου και νότιου τμήματος της Παιονίας, τα οποία ανήκουν σήμερα στην πΓΔΜ.[19] Ο γιος του Φιλίππου, ο Αλέξανδρος ο Μέγας κατέλαβε την υπόλοιπη περιοχή, επεκτείνοντας την αυτοκρατορία του μέχρι τον Δούναβη. Οι Ρωμαίοι συμπεριέλαβαν μεγάλο μέρος της περιοχής που σχηματίζει τη σημερινή πΓΔΜ, στην Επαρχία της Μακεδονίας, αν και τα πιο βόρεια τμήματα της περιοχής άνηκαν στην Επαρχία της Μοισίας. Τον καιρό του Διοκλητιανού, η περιοχή διαιρέθηκε μεταξύ των επαρχιών Macedonia Salutaris και Moesia prima.[20]

Η άφιξη των Σλάβων - Μεσαίωνας[Επεξεργασία]

Οι Σλάβοι στην Ευρώπη κατά το 650
Κεντρικά Βαλκάνια στις αρχές του 20ού αιώνα με την περιοχή της Παλαιάς Σερβίας

Η Γιουγκοσλαβική Στρατιωτική Εγκυκλοπαίδεια κατατάσσει τους προγόνους της πλειονότητας των σημερινών κατοίκων της πΓΔΜ ως Σλάβους, ανθρώπους των πρώτων Σλαβικών φυλών: Βερζήτες, Σαγουδάτες, Στρουμνιάνοι και άλλοι, οι οποίοι κατέφτασαν στην περιοχή τον 6ο Κ.Χ. αιώνα. Στην περιοχή της Αχρίδας κατέφθασε η Σλαβική φυλή των Βερζητών και εποίκησε τις σημερινές πόλεις της Αχρίδας, Καβανταρτσίου, Πρίλαπου, Μοναστηρίου και Δίβρης και όλη την περιοχή που αυτές περιβάλλουν. Οι Βυζαντινοί συγγραφείς άρχισαν να αποκαλούν αυτήν την περιοχή Σκλαβηνία[21].Στο κέντρο της σημερινής πΓΔΜ εγκαταστάθηκαν οι σλάβοι Σαγουδάτες εποικίζοντας την περιοχή κατά μήκος του ποταμού Μπρεγκάλνιτσα (Καμένιτσα, Κότσανη, Βίνιτσα, Στιπ) και τις δυτικές, προς το νότο, όχθες του ποταμού Βαρδάρη (Αξιού)[22][23].Στην ανατολική πλευρά της χώρας εγκαταστάθηκαν οι Στρουμνιάνοι. Η σλαβική αυτή φυλή πήρε το όνομα της από τον ποταμό Στρούμιτσα (Στρωμνιτσιώτης), εποίκησε τη Στρώμνιτσα και όλη την ανατολική περιοχή[24].

Υπό τη βασιλεία του Χαν των Βουλγάρων Πρεσιάν (836-852) η Βουλγαρία φάνηκε να επεκτείνεται ελέγχοντας πλέον πολλές Σλαβικές φυλές που ζούσαν στην ευρύτερη περιοχή της Μακεδονίας. Οι Σλάβοι της περιοχής δέχτηκαν το Χριστιανισμό ως δική τους θρησκεία γύρω στον 9ο αιώνα, όταν Τσάρος της Βουλγαρίας ήταν ο Μπόρις Α'.

Το 1014, ο βυζαντινός Αυτοκράτορας Βασίλειος Β' νίκησε το στρατό του Τσάρου Σαμουήλ της Βουλγαρίας και το 1018 οι Βυζαντινοί ανέκτησαν τον έλεγχο της περιοχής (και όλων των Βαλκανίων) για πρώτη φορά ύστερα από τον 7ο αιώνα. Επί Βυζαντίου η περιοχή ονομαζόταν Μοναστήρι. Παρόλα αυτά, στα τέλη του 12ου αιώνα, η παρακμή της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας οδήγησε στη διεκδίκηση της περιοχής από διάφορες πολιτικές οντότητες, με μία σύντομη Νορμανδική κατοχή τη δεκαετία του 1080.

Το 13ο αιώνα, η ανανεωμένη Βουλγαρική Αυτοκρατορία επανέκτησε τον έλεγχο της περιοχής, κατάσταση η οποία ανατράπηκε σύντομα λόγω πολλών πολιτικών προβλημάτων που αντιμετώπιζε η Βουλγαρία στο εσωτερικό της, όταν η περιοχή της Μακεδονίας κατακτήθηκε ξανά από τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία στις αρχές του 14ου αιώνα. Λίγα χρόνια αργότερα η περιοχή πέρασε στα χέρια της Σερβικής Αυτοκρατορίας. Οι Σέρβοι θεωρούσαν τον εαυτό τους απελευθερωτές της Σλαβικής οικογένειας από το Βυζαντινό δεσποτισμό. Τα Σκόπια έγιναν η πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας του Σέρβου Τσάρου Στέφαν Ντουσάν.

Μετά το θάνατο του βασιλιά Ντουσάν, η εμφάνιση ενός νέου αδύναμου διαδόχου οδήγησε σε πολιτική σύγκρουση των Σέρβων αριστοκρατών, οι οποίοι επιχειρώντας να συγκεντρώσουν όσο το δυνατόν μεγαλύτερα κομμάτια εξουσίας κατόρθωσαν να χωρίσουν τα Βαλκάνια για μία ακόμη φορά. Η συγκεκριμένη κρίση συνέπεσε με την άνοδο τηςΟθωμανικής Αυτοκρατορίας και τις πρώτες επεκτατικές της κινήσεις προς την Ευρώπη. Το Βασίλειο της Πριλάπουυπήρξε ένα από τα βραχύβια κράτη που εμφανίστηκε ύστερα από την κατάρρευση της Σερβικής Αυτοκρατορίας το 14ο αιώνα.[25] Χωρίς να έχει παραμείνει κάποια αξιόλογη δύναμη στις χριστιανικές βαλκανικές χώρες, οι Οθωμανοί κατόρθωσαν σχετικά εύκολα να κατακτήσουν τα κεντρικά Βαλκάνια και να τα διατηρήσουν υπό τη κυριαρχία τους για τους επόμενους πέντε αιώνες. Καθοριστική ήττα του Σερβικού στρατού που έκρινε το μέλλον της περιοχής θεωρείται ηΜάχη του Κόσοβο το 1389. Μέχρι το τέλος του 14ου αιώνα, οι Οθωμανοί είχαν κατακτήσει όλα τα εδάφη της σημερινής πΓΔΜ, με την κατάκτηση των Σκοπίων στις 19 Ιανουαρίου 1392. Επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η περιοχή ανήκε στο βιλαέτι του Μαναστίρ (Μοναστηρίου).

Η εθνική αφύπνιση[Επεξεργασία]

Περιοχές που ανήκαν στο Βουλγαρικό εξαρχάτο (1870-1913).

Η Οθωμανική διακυβέρνηση στην περιοχή θεωρήθηκε σκληρή. Πολλοί από τους μεταρρυθμιστές της Βουλγαρικής Εθνικής Αναβίωσης του 18ου αιώνα προέρχονταν από τη συγκεκριμένη περιοχή, συμπεριλαμβανομένων των Αδελφών Μιλαντίνωφ,[26]Ράικο ΖίνζιφοφΓιοακίμ Καρτσόβσκι,[27] Κίριλ Πεϊτσίνοβιτς[28] και άλλοι. Οι επισκοπές των Σκοπίων, Ντεμπάρ, Μπίτολα, Οχρίδα, Βέλες και Στρούμιτσα ψήφισαν να γίνουν μέλη του Βουλγαρικού Εξαρχάτου μετά από την θέσπισή του το 1870.[29]

Αρκετά κινήματα που είχαν ως στόχο τη δημιουργία μιας αυτόνομης "Ενωμένης Μακεδονίας", η οποία θα περιελάμβανε ολόκληρη την περιοχή της Μακεδονίας, άρχισαν να ανέρχονται στα τέλη του 19ου αιώνα. Μεταξύ των πρώτων οργανώσεων με αυτόν το σκοπό υπήρξαν οι αποκαλούμενες Βουλγαρικές Μακεδονικές-Αδριανουπολίτικες Επαναστατικές Επιτροπές. Συγκεκριμένα, το 1893 Μακεδόνες Βούλγαροι (Βούλγαροι που κατάγονται από την ευρύτερη περιοχή της Μακεδονίας) ίδρυσαν την τότε БМОРК (Български Македоно-Одрински революционни комитети –Βουλγάρικη Επαναστατική Ένωση Μακεδονίας-Aδριανούπολης), το μετέπειτα ΒΜΡΟ (Вътрешна македонска революционна организация - Εσωτερική Μακεδονική Επαναστατική Οργάνωση) και ξεκινάει έτσι ο αγώνας για την ανεξαρτησία. Η πρώιμη οργάνωση δεν διακήρυττε καμία εθνική ταυτότητα· ήταν επίσημα ανοικτή στο να «ενώνει όλα τα απογοητευμένα στοιχεία στις περιοχές της Μακεδονίας και της Αδριανούπολης, ανεξαρτήτως εθνικότητας».[30] Η πλειοψηφία των μελών του ωστόσο ήταν Μακεδόνες Βούλγαροι.[31] Το 1903 το ΒΜΡΟ οργάνωσε την Εξέγερση του Ίλιντεν-Πρεομπράζχενι (προφήτη Ηλία) κατά των Οθωμανών, η οποία παρά τις αρχικές επιτυχίες, συμπεριλαμβανομένου του σχηματισμού της «Δημοκρατίας του Κρουσόβου», συντρίφθηκε με πολλές ανθρώπινες απώλειες. Παρά την αποτυχία της, η εξέγερση προκάλεσε παγκόμιο ενδιαφέρον για το μακεδονικό ζήτημα[32].

Μολονότι ο εθνικιστής ηγέτης Γκότσε Ντέλτσεφ (Goce Delčev) από το Κιλκίς πέθανε πριν την εξέγερση του Ίλιντεν, έγινε σύμβολο του Βουλγαρικού και Μακεδονικού εθνικισμού στην ευρύτερη περιοχή της ιστορικής Μακεδονίας[33] και το ΒΜΡΟ συνέχισε τον αγώνα κατά της Σερβίας, η οποία πήρε τον έλεγχο της γεωγραφικής περιοχής της Βόρειας Μακεδονίας (ή Μακεδονίας του Βαρδάρη, -αναφέρεται αποκλειστικά- από τους μη Έλληνες), το 1913 με τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου. Μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο ο οργανισμός χωρίστηκε στην Εσωτερική Μακεδονική Επαναστατική Οργάνωση (IMRO) και στην Εσωτερική Θρακική Επαναστατική Οργάνωση (ITRO).[34]

Βασίλειο της Σερβίας και Γιουγκοσλαβία[Επεξεργασία]

Μετά το πέρας των δύο Βαλκανικών Πολέμων το 1912 και 1913, τα περισσότερα ευρωπαϊκά εδάφη της διαλυμένης πλέον Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μοιράστηκαν μεταξύ ΕλλάδαςΒουλγαρίας και Σερβίας. Η περιοχή που βρίσκεται σήμερα η πΓΔΜ ονομάστηκε Južna Srbija, "Νότια Σερβία". Μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, το 1918, η Σερβία έγινε μέρος του Βασιλείου των Σέρβων, Κροατών και Σλοβένων. Το 1929, το Βασίλειο μετονομάστηκε επισήμως σε Βασίλειο της Γιουγκοσλαβίας και διαιρέθηκε σε περιφέρειες γνωστές και ως μπανόβινα. Η Νότια Σερβία, δηλαδή η περιοχή της σημερινής πΓΔΜ, έγινε γνωστή ως η Βαρντάρσκα Μπανόβινα τουΒασιλείου της Γιουγκοσλαβίας.

Το όραμα της Ενωμένης Μακεδονίας χρησιμοποιήθηκε από την Εσωτερική Μακεδονική Επαναστατική Οργάνωση (IMRO) στο διάστημα του Μεσοπολέμου. Οι αρχηγοί της οργάνωσης, όπως οι Τόντορ ΑλεξάντροφΑλεξάνταρ Προτογέροφ και Ιβάν Μιχαήλοφ, προώθησαν τη συγκεκριμένη ιδέα με στόχο την απελευθέρωση των κατεχομένων από την Ελλάδα και Σερβία εδαφών και τη δημιουργία μίας ενωμένης Μακεδονίας για όλους τους Μακεδόνες, ανεξαρτήτως θρησκείας και εθνικότητας. Η Βουλγαρική κυβέρνηση του Αλεξάντερ Μαλίνοφ το 1918 προσφέρθηκε να παραδώσει τη Μακεδονία του Πιρίν για αυτόν το σκοπό μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο,[35] αλλά οι Μεγάλες Δυνάμεις δεν το επέτρεψαν, καθώς η Σερβία και η Ελλάδα εναντιώθηκαν στη συγκεκριμένη ιδέα.

Η IMRO αποφάσισε να αρχίσει ανταρτοπόλεμο στη Βαρντάρσκα Μπανόβινα, μαζί με την Νεανική Μακεδονική Μυστική Επαναστατική Οργάνωση (MMTRO), οργανώνοντας συνεχώς επιθέσεις κατά των Σέρβων διοικητικών και στρατιωτικών αξιωματούχων της περιοχής. Το 1923 ιδρύεται στη Στιπ η "Ένωση κατά των Βουλγάρων συμμοριτών" από Σέρβους τσέτνικ με στόχο την εξουδετέρωση της IMRO και της MMTRO.[36]

Β' Παγκόσμιος Πόλεμος[Επεξεργασία]

Κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, η Γιουγκοσλαβία πέρασε στην κατοχή των δυνάμεων του Άξονα από το 1941 μέχρι το 1945. Η Βαρντάρσκα Μπανόβινα διαιρέθηκε μεταξύ της Βουλγαρίας και της Ιταλοκρατούμενης Αλβανίας. Ιδρύθηκαν οι λεγόμενες Βουλγαρικές Επιτροπές Δράσης που είχαν ως στόχο να προετοιμάσουν την περιοχή για το νέο Βουλγαρικό διοικητικό και στρατιωτικό καθεστώς.[37] Οι Επιτροπές αποτελούνταν κυρίως από πρώην μέλη της IMRO, αλλά και μερικούς κομμουνιστές όπως ήταν οι Πάνκο Μπρασνάροφ(Panko Brashnarov), Στραχίλ Γκόγκοφ (Strahil Gogov) και Μετόντι Σατόροφ (Metodi Shatorov).

Συγκεκριμένα η Κομιντέρν είχε αναθέσει στον Σατόροφ τη θέση του Γραμματέα της Μακεδονικής Περιφερειακής Επιτροπής του Κομμουνιστκού Κόμματος Γιουγκοσλαβίας (ΚΚΓ). Παρόλα αυτά, μετά τη Βουλγαρική εισβολή, η Μακεδονική Περιφερειακή Επιτροπή υπό την ηγεσία του Σατόροφ πέρασε στη σφαίρα επιρροής του Κομμουνιστικού Κόμματος Βουλγαρίας (ΚΚΒ)[38][39] και διέκοψε κάθε σχέση με το ΚΚΓ. Συγκεκριμένα, ο Σατόροφ αρνήθηκε να ακολουθήσει την εντολή του ΚΚΓ περί στρατιωτικής επίθεσης κατά των Βουλγάρων.[40] Οι Βουλγαρικές αρχές, υπό Γερμανική πίεση,[41] συγκέντρωσαν περισσότερους από 7.000 Εβραίους στα Σκόπια και τη Μπίτολα και τους έστειλαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης.[42] Η σκληρή διακυβέρνηση από τις κατοχικές δυνάμεις οδήγησε πολλούς Σλαβομακεδόνες στη στήριξη της κομμουνιστικής αντίστασης των παρτιζάνων στο κίνημα του Γιόσιπ Μπροζ Τίτο μετά το 1943,[43] με επακόλουθο την ολοκλήρωση του Εθνικού Απελευθερωτικού Πολέμου και την υποχώρηση των Γερμανικών δυνάμεων έξω από την περιοχή μέχρι το τέλος του 1944.

Στη Δημοκρατία του Βαρδάρη, μετά το Βουλγαρικό κομμουνιστικό πραξικόπημα του 1944, τα Βουλγαρικά στρατεύματα βρέθηκαν περικυκλωμένα από Γερμανικές δυνάμεις, τις οποίες αντιμετώπισαν επιτυχώς προσπαθώντας να επιστρέψουν στα παλιά Βουλγαρικά σύνορα. Τρεις Βουλγαρικοί στρατοί (των περίπου 455.000 ατόμων συνολικά) μπήκαν στη Γιουγκοσλαβία το Σεπτέμβριο του 1944 και μετακινήθηκαν από τη Σόφια στο Νις και τα Σκόπια με σκοπό την εξουδετέρωση των Γερμανικών δυνάμεων που υποχωρούσαν από την Ελλάδα. Η νότια και ανατολική Σερβία όπως και η Δημοκρατία της Μακεδονίας απελευθερώθηκαν σε διάστημα ενός μήνα.[44] Ωθούμενη από τη Σοβιετική Ένωση, η οποία είχε βλέψεις για τη δημιουργία μίας μεγάλης Νότιας Σλαβικής Ομοσπονδίας, η Βουλγαρική κυβέρνηση προσφέρθηκε ξανά να παραχωρήσει τη Μακεδονία του Πιρίν στη γειτονική χώρα στο πλαίσιο του οράματος της Ενωμένης Μακεδονίας το 1945.

Σοσιαλιστική Γιουγκοσλαβία[Επεξεργασία]

Το 1944 η Αντιφασιστική Συνέλευση για την Εθνική Απελευθέρωση της Μακεδονίας (ASNOM) διακήρυξε τη Λαϊκή Δημοκρατία της Μακεδονίας ως μέρος της Λαϊκής Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας. Η ASNOM παρέμεινε ενεργή κυβέρνηση μέχρι το τέλος του πολέμου. Το Σλαβομακεδονικό αλφάβητο κωδικοποιήθηκε από γλωσσολόγους της ASNOM, οι οποίοι στήριξαν το αλφάβητο τους στο φωνητικό αλφάβητο του Βουκ Στεφάνοβιτς Κάρατζιτς και τους κανόνες του Κρίστε Πέτκοφ Μισίρκοφ.

Η νέα δημοκρατία έγινε μία από τις έξι επιμέρους δημοκρατίες της Γιουγκοσλαβικής ομοσπονδίας. Μετά τη μετονομασία της ομοσπονδίας σε Σοσιαλιστική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας το 1963, η Λαϊκή Δημοκρατία της Μακεδονίας μετονομάστηκε ανάλογα σε Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Μακεδονίας. Κατά τη διάρκεια του Ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου (1946–1949) οι Σλαβομακεδόνες κομμουνιστές αντάρτες υποστήριξαν τους Έλληνες κομμουνιστές. Πολλοί από τους πρόσφυγες του πολέμου κατέφυγαν στη Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Μακεδονίας για ασφάλεια.

Ανεξαρτησία[Επεξεργασία]

Τον Ιανουάριο του 1991 ο πρόεδρος της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας Κίρο Γκλιγκόροφ (Kiro Gligorov) κήρυξε την πλήρη ανεξαρτησία της χώρας, μετά από τα συντριπτικά αποτελέσματα του δημοψηφίσματος και τη μετονομασία της σε Δημοκρατία της Μακεδονίας. Το Βελιγράδι συνεργάστηκε και απέσυρε όλες τις ομοσπονδιακές Γιουγκοσλαβικές δυνάμεις από τη χώρα και η απόσχιση ήταν ειρηνική και αναίμακτη.

Η κρίση του 2001[Επεξεργασία]

Τον Αύγουστο του 2001 ξέσπασε κρίση στη χώρα με συμπλοκές Αλβανών αυτονομιστών και του κρατικού στρατού στα δυτικά της πΓΔΜ όπου διαμένουν κυρίως Αλβανοί και μουσουλμάνοι (το αλβανικό στοιχείο είναι συγκεντρωμένο κυρίως στη δυτική πΓΔΜ, ιδιαίτερα στις πόλεις Τέτοβο (70%), Γκόστιβαρ (66%), Κίτσεβο(30%), Στρούγκα (56%) και Κουμάνοβο (25%), όπως και στην πρωτεύουσα Σκόπια (20%), σύμφωνα με τα δημογραφικά στοιχεία της χώρας).[6] Οι εχθροπραξίες έλαβαν τέλος με την Συμφωνία της Οχρίδας στις 13 Αυγούστου, η οποία προβλέπει σειρά μέτρων συνδιαλλαγής, αυτοδιοίκηση και αποκέντρωση, καθεστώς επίσημης γλώσσης του κράτους τα αλβανικά, ίση αντιπροσώπευση των Αλβανών στην δημόσια διοίκηση και αφοπλισμό των αντιμαχομένων πλευρών.[45]

Οι βουλευτικές εκλογές τον Οκτωβρίου του 2002 έφεραν στην εξουσία το Σοσιαλδημοκρατικό Συνασπισμό "Μαζί για τη Μακεδονία", στον οποίο ηγείτο το κόμμα "Σοσιαλιστική Δημοκρατική Ένωση της Μακεδονίας", το οποίο ανέλαβε την υποχρέωση να σεβασθεί τη διαδικασία εφαρμογής της Συμφωνίας της Οχρίδας, με ιδιαίτερη έμφαση στην αντιμετώπιση φαινομένων κακοδιοίκησης και διαφθοράς και την εξυγίανση της οικονομίας.[46][47]

Πολιτισμός[Επεξεργασία]

Εθνική κουζίνα[Επεξεργασία]

Τηγανητά φασόλιαTavče Gravče.

Η εθνική κουζίνα της πΓΔΜ έχει δεχτεί πολλές ελληνικές και τουρκικές επιρροές. Υπάρχουν διαφορετικές ποικιλίες κεμπάπ, καθώς επίσης και πιάτα όπως ο μουσακάς (μελιτζάνες, πατάτες και κιμάς σε στρώσεις) και το μπουρέκ, κρεατόπιτα που συναντάται συχνά και σε άλλες βαλκανικές κουζίνες. Οι εθνικές σπεσιαλιτέ είναι η πέστροφα Οχρίδας (που βρίσκεται στα πρόθυρα εξαφάνισης)[48] και ο φασουλοταβάς ή "tavče gravče" (τηγανητά φασόλια).

Πολιτική[Επεξεργασία]

Σύνταγμα και οργάνωση της πΓΔΜ[Επεξεργασία]

To Σύνταγμα του 1991 θεσπίζει ως πολίτευμα της πΓΔΜ την Προεδρική Κοινοβουλευτική Δημοκρατία. Ο Πρόεδρος εκλέγεται με άμεση ψηφοφορία για μία περίοδο πέντε ετών και δυνατότητα επανεκλογής για μία άλλη φορά. Διορίζει τον Πρωθυπουργό, ο οποίος έχει με τη σειρά του την ευθύνη για το σχηματισμό της κυβέρνησης. Ο ίδιος διορίζει επίσης τους Πρέσβεις στο εξωτερικό και τους δύο δικαστικούς που εδρεύουν στο Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο. [εκκρεμεί παραπομπή]

Το Σύνταγμα της χώρας θεσπίζει τη διάκριση των εξουσιών σε νομοθετική, δικαστική και εκτελεστική και είναι ο ύψιστος νόμος της χώρας. Το Κοινοβούλιο αποτελείται από 120 έδρες.[εκκρεμεί παραπομπή]

Η διοικητική οργάνωση και αυτοδιοίκηση της πΓΔΜ διαθέτει μόνο ένα βαθμό αποκέντρωσης, αυτόν της κοινότητας. H χώρα διαθέτει 123 κοινότητες, οι οποίες αύξησαν την εξουσία τους τελευταία με την θέσπιση του νόμου περί τοπικής αυτοδιαχείρισης, που θεσπίσθηκε το 2002[εκκρεμεί παραπομπή]

Εξωτερικές σχέσεις[Επεξεργασία]

Σχέσεις με την Ελλάδα[Επεξεργασία]

Οι σχέσεις των δύο χωρών είναι αρκετά καλές και η μετακίνηση των πολιτών γίνεται με την ταυτότητα για τους Έλληνες που εισέρχονται στην ΠΓΔΜ και με διαβατήριο για τους πολίτες της ΠΓΔΜπου εισέρχονται στην Ελλάδα.

Από το 1991, έτoς ανεξαρτησίας της πΓΔΜ, μέχρι και σήμερα συνεχίζεται η πολιτική και διπλωματική διαμάχη για τη χρήση του ονόματος «Μακεδονία» στο συνταγματικό όνομα της γείτονος.[εκκρεμεί παραπομπή]

Η Ελλάδα υποστηρίζει ότι η ονομασία Μακεδονία είναι αναμφίβολα ιστορική και πολιτιστική κληρονομιά. Θεωρεί ότι η ιστορία της Μακεδονίας και ειδικά η συγκεκριμένη ονομασία δεν είναι διαπραγματεύσιμη και ως πατρική ταυτότητα και κληρονομιά δε δύναται να παραχωρηθεί σε τρίτους.[49]

Tov Απρίλιο του 1991 εκλέγεται η πρώτη μετακομμουνιστική πολυκομματική βουλή και ψηφίζεται το νέο Σύνταγμά της νέας αυτής Δημοκρατίας, με την ψήφιση τροπολογιών ισχυουσών Συνταγματικών Διατάξεων, προς τη μετάβαση από καθεστώς σοσιαλιστικής δημοκρατίας, σε καθεστώς δυτικού τύπου δημοκρατίας, χωρίς η μετάβαση αυτή να στερείται διαφόρων ιδιαιτεροτήτων, όπως είναι οι διατάξεις περί μεταβολής συνόρων, οι οποίες βρίσκονται στο προοίμιο των άρθρων 3, 68 και 74, αλλά και περί προστασίας μειονοτήτων σε γειτονικές χώρες άρθρο 49 παρ. 1 στο οποίο αναφέρεται: «Η Δημοκρατία, μεριμνά για την κατάσταση και τα δικαιώματα του μακεδονικού λαού στις γειτονικές χώρες». Εδώ αναφέρεται καθαρά σε πολίτες της Αλβανίας, της Ελλάδας, τηςΒουλγαρίας και της Σερβίας, τους οποίους τα Σκόπια θεωρούν αποτελούν «μακεδονική μειονότητα».[εκκρεμεί παραπομπή]

Επίσης, σχεδίασαν μια νέα σημαία με τον Ήλιο της Βεργίνας.[εκκρεμεί παραπομπή]

Η Ελλάδα πιέζει μέσω της τότε ΕΟΚ τη νέα αυτή Δημοκρατία να συμμορφωθεί.[εκκρεμεί παραπομπή]

Στις 13 Απριλίου 1992 η Ελλάδα λαμβάνει θέση για το θέμα της ονομασίας του κράτους της γείτονος με την απόφαση του Συμβουλίου των πολιτικών αρχηγών υπό τον τότε Πρόεδρο της ΕλληνικήςΔημοκρατίας Κωνσταντίνο Καραμανλή, όταν το πρόβλημα του ονόματος πήρε την πλήρη σαφή και ουσιαστική μορφή του και αποφασίστηκε να μην γίνει αποδεκτό κανένα όνομα που θα αναφέρεται στον όρο «Μακεδονία» ή παράγωγά του.[εκκρεμεί παραπομπή]

Στις 27 Ιουνίου στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Κορυφής της Λισσαβόνας έχουμε την υποστήριξη της Ευρώπης στις Ελληνικές θέσεις. Η αναγνώριση της νέας αυτής Δημοκρατίας από την Ελλάδα και την τότε ΕΟΚ συνδέεται με τις εξής προϋποθέσεις:

  • Αλλαγή της αμφισβητούμενης Συνταγματικής της ονομασίας "Δημοκρατία της Μακεδονίας", ενώ το όνομα της γείτονος δεν θα περιέχει τον όρο «Μακεδονία» ή παράγωγά του.[εκκρεμεί παραπομπή]
  • Παύση της αλυτρωτικής και εχθρικής της προπαγάνδας και επίσης προσφορά συνταγματικών και πολιτικών εγγυήσεων σχετικά με τις δήθεν εδαφικές διεκδικήσεις της Νέας αυτής Δημοκρατίας από τις γειτονικές της χώρες και για τροποποιήσεις των επίμαχων άρθρων του Συντάγματος της στις διατάξεις περί μεταβολής συνόρων και περί δήθεν προστασίας μειονοτήτων σε γειτονικές χώρες και την άμεση αλλαγή του συμβόλου που υπάρχει στη σημαία της και του νέου χαρτονομίσματος.[εκκρεμεί παραπομπή]

Την 8 Απριλίου 1993 [2], αναγνωρίστηκε στα Ηνωμένη Έθνη (με την Απόφαση 817/1993 του Συμβουλίου Ασφαλείας (του ΟΗΕ[3]) με την προσωρινή ονομασία της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, χωρίς το δικαίωμα ανάρτησης σημαίας. H πΓΔΜ έχει επισήμως αποδεχθεί ότι το όνομα του κράτους αποτελεί αντικείμενο διαπραγματεύσεων.

Οι δύο χώρες (πΓΔΜ και Ελλάδα) ξεκίνησαν διαπραγματεύσεις υπό την αιγίδα του ΟΗΕ για την τελική ονομασία του κρατιδίου.

Την 16 Φεβρουαρίου 1994 η Ελλάδα αποφάσισε τον οικονομικό αποκλεισμό (εμπάργκο) της πΓΔΜ και τη διακοπή λειτουργίας του Γενικού Προξενείου της Ελλάδας στα Σκόπια, ως μέσο πίεσης για την αποδοχή των ελληνικών όρων. [εκκρεμεί παραπομπή]

Αρχίζουν οι πιέσεις από τους μεσολαβητές για άρση του εμπάργκο. Η Ελλάδα παραπέμπεται στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Το Δικαστήριο όμως δεν κάνει δεκτό το αίτημα για λήψη ασφαλιστικών μέτρων κατά της Ελλάδας. [εκκρεμεί παραπομπή]

Ενδιάμεση Συμφωνία[Επεξεργασία]

Αμερική εντείνει τις πιέσεις της για άρση του ελληνικού εμπάργκο και στις 4 Σεπτεμβρίου 1995 από τα Σκόπια ο τότε υφυπουργός Εξωτερικών των Η.Π.Α. Ρίτσαρντ Χόλμπρουκ, από την Αθήνα ο τότε πρέσβης Τόμας Μίλερ και από την Ουάσινγκτον ο τότε εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ Νίκολας Μπέρνς, ανακοινώνουν ταυτόχρονα την επίτευξη συμφωνίας Ελλάδας – πΓΔΜ για απευθείας διάλογο υπό την αιγίδα του Σάιρους Βάνς, με σκοπό την υπογραφή μιας «ενδιάμεσης» συμφωνίας. [εκκρεμεί παραπομπή]

Στις 13 Σεπτεμβρίου στην Νέα Υόρκη των Η.Π.Α., υπογράφεται η Ενδιάμεση Συμφωνία από τον τότε υπουργό Εξωτερικών της Ελλάδας κ. Παπούλια και τον τότε υπουργό Εξωτερικών της πΓΔΜ κ.Τσερβενκόφσκι και προβλέπει:[50][51]

  • Τον σεβασμό των υπαρχόντων συνόρων.
  • Την υποχρέωση από την Ελλάδα να αναγνωρίσει τα Σκόπια με την προσωρινή ονομασία «πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας (πΓΔΜ)».
  • Η πΓΔΜ θα πρέπει να προχωρήσει σε άμεση αλλαγή του συμβόλου (με τον Ήλιο της Βεργίνας) που υπάρχει στη σημαία της και να σχεδιάσει μια νέα σημαία.
  • Η πΓΔΜ θα πρέπει να σταματήσει την έκδοση και να διακηρύξει τηv άμεση αλλαγή του νέου χαρτονομίσματος με την απεικόνιση του Λευκού Πύργου της Θεσσαλονίκης.
  • Η πΓΔΜ θα πρέπει να διακηρύξει ότι η ερμηνεία των επίμαχων άρθρων στο Σύνταγμά της δεν ερμηνεύονται ως διεκδίκηση ελληνικού εδάφους αλλά ούτε και ως ανάμιξη στις εσωτερικές υποθέσεις της Ελλάδας.
  • H Ελλάδα έχει τη δυνατότητα βάση του άρθρου 11, να αντιταχθεί στην ένταξη της γείτονος χώρας σε διεθνείς οργανισμούς με ονομασία διαφορετική από της πΓΔΜ (fYROM).
  • Άρση του ελληνικού εμπάργκο. (Το ελληνικό εμπάργκο επέφερε ζημιά 1,5 δις. δολαρίων στην οικονομία της πΓΔΜ . Τα διυλιστήρια και τα χαλυβουργεία διέκοψαν τη λειτουργία τους, επειδή δεν μπορούσαν να ανεφοδιαστούν από το λιμάνι της Θεσσαλονίκης . Από τότε μέχρι σήμερα όλοι, ακόμη και οι ίδιοι οι σλάβοι κάτοικοι της πΓΔΜ-(σλαβομακεδόνες), συμφωνούν ότι η πΓΔΜ δεν μπορεί να αναπνεύσει οικονομικά χωρίς την Ελλάδα).

Ενώ μέχρι να βρεθεί μόνιμη και τελική λύση συμφωνήθηκε να χρησιμοποιείται ως προσωρινό όνομα το «πΓΔΜ» (πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας), με το οποίο έγινε δεκτή και στον ΟΗΕ (στις 7/4/1993 με την Απόφαση 817/1993 του Συμβουλίου Ασφαλείας).

Στις 12 Οκτωβρίου, το Μόνιμο Συμβούλιο του Ο.Α.Σ.E. αποφασίζει, με τη σύμφωνη γνώμη της Ελλάδας, την ένταξη των Σκοπίων με την αγγλική ονομασία former Yugoslav Republic of Macedonia ή με τη συντομογραφία fYROM.[52][εκκρεμεί παραπομπή]

Οι δύο χώρες (πΓΔΜ και Ελλάδα) άρχισαν ξανά διαπραγματεύσεις υπό την αιγίδα του ΟΗΕ για την τελική ονομασία του κρατιδίου.[εκκρεμεί παραπομπή][53]

Τον Απρίλιο του 2008 η Ελλάδα άσκησε βέτο [54][55][56][57][58][59] στην ένταξη της όμορης χώρας στο ΝΑΤΟ, κατά τη σύνοδο κορυφής στο Βουκουρέστι. Τελικά, η αίτηση ένταξης απορρίφθηκε ομόφωνα από τα μέλη του ΝΑΤΟ. Στις 21 Μαρτίου 2011 η πΓΔΜ ξεκίνησε προφορική διαδικασία προσφυγής κατά Ελλάδας στο Δικαστήριο της Χάγης ή οποία κατατέθηκε στις 13 Νοεμβρίου 2008.[60] Στην προσφυγή επικαλείται την παραβίαση από την Ελλάδα του Άρθρου 11 της Ενδιάμεσης Συμφωνίας μεταξύ των χωρών που υπογράφηκε το 1995. Σύμφωνα με το άρθρο αυτό η Ελλάδα συμφωνεί να μην προβάλλει αντιρρήσεις στην αίτηση της πΓΔΜ σε συμμετοχή σε οργανισμούς στις οποίες η Ελλάδα είναι ήδη μέλος (όπως ΝΑΤΟ ή Ευρωπαϊκή Ένωση), με αιτιολογία τη μή συμφωνία για το όνομα.[61][62] Το Δικαστήριο στις 5 Δεκεμβρίου 2011 [63] καταδίκασε την Ελλάδα για τις επίσημες δηλώσεις, κατά τη σύνοδο κορυφής του Βουκουρεστίου, όπου ουσιαστικά αρνούνταν την ένταξη της πΓΔΜ στο ΝΑΤΟ, λόγω της μή έυρεσης λύσης για το όνομα [64]. Η Γερμανική εφημερίδα Süddeutsche Zeitung δημοσίευσε άρθρο «15:1 για τη “Μακεδονία”» και υπότιτλο «Επιτυχία για το βαλκανικό κράτος στη διαμάχη του ονόματος με την Ελλάδα», παρόλο που η απόφαση του δικαστηρίου δεν αφορά την διαμάχη για την ονομασία καθαυτή [54][65]. Η πολιτική της Ελλάδος, στην άσκηση βέτο δέχτηκε αρνητική κριτική σε άρθρα σε εφημερίδες στον Ελληνικό και διεθνή τύπο [55][57][65][66][67]. Ο πρωθυπουργός της πΓΔΜ Νίκολα Γκρούεβσκι, σε ομιλία του δήλωσε ότι η απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης δίνει το "το δικαίωμα να χρησιμοποιεί η πΓΔΜ το όνομα Δημοκρατία της Μακεδονίας στην επικοινωνία μας με τους διεθνείς οργανισμούς και σε διμερές επίπεδο" [68][69].[70]

Παρά το ότι δεν έχει υπάρξει επίτευξη συμφωνίας μέχρι σήμερα, η κυβέρνηση της πΓΔΜ διακηρύσσει ότι περισσότερες από 130 χώρες έχουν αναγνωρίσει την χώρα με το συνταγματικό της όνομα, ανάμεσα τους η Βουλγαρία, η Τουρκία, η Ρωσία, η Κίνα, οι ΗΠΑ και ο Καναδάς, που θα χρησιμοποιεί τη συνταγματική της ονομασία μόνο στις διμερείς τους σχέσεις.[71]

Σχέσεις με την Βουλγαρία[Επεξεργασία]

Η Βουλγαρία ήταν η πρώτη χώρα που αναγνώρισε την ανεξαρτησία της πΓΔΜ, αλλά όχι και την ύπαρξη ξεχωριστού έθνους Μακεδόνων και ξεχωριστής μακεδονικής γλώσσας αφού θεωρεί τους πολίτες της πΓΔΜ ως ομόεθνους και ομόγλωσσούς της. Στο πλαίσιο αυτό η Βουλγαρία χορηγεί βουλγαρικό διαβατήριο σε όποιον πολίτη της πΓΔΜ το αιτηθεί αποδεικνύοντας εθνική Βουλγαρική καταγωγή, ενώ ανάμεσα στους κατόχους βουλγαρικού διαβατηρίου είναι και ο πρώην πρωθυπουργός της χώρας κ. Λιούμπκο Γκεοργκέφσκι[72][73][74].
Πρόσφατα έχει επανειλημμένα προειδοποιήσει ότι η βουλγαρική υποστήριξη για την προσχώρηση της πΓΔΜ στο ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι υπό όρους και θα εξαρτηθεί από την πραγματική δυνατότητά της να εφαρμόσει τις πολιτικές ενός καλού γείτονα.[75]

Η Βουλγαρία έχει προτείνει να υπογράψει μία συνθήκη (με βάση την Κοινή δήλωση του 1999[76]) για τη διασφάλιση της καλής γειτονίας μεταξύ των δύο χωρών, προκειμένου να καταστεί δυνατή η βουλγαρική υποστήριξη για την προσχώρηση της πΓΔΜ στην Ευρωπαϊκή Ένωση.[77][78]